Κανόνες διαιτησίας UNCITRAL

Κανόνες διαιτησίας UNCITRAL

(με το άρθρο 1, παράγραφος 4, όπως εγκρίθηκε το 2013 και το άρθρο 1, παράγραφος 5, όπως εγκρίθηκε το 2021)

Τμήμα Ι. Εισαγωγικοί κανόνες

Πεδίο εφαρμογής

Άρθρο 1

  1. Όταν τα μέρη έχουν συμφωνήσει ότι οι διαφορές μεταξύ τους σε σχέση με μια καθορισμένη νομική σχέση, συμβατική ή μη, θα παραπέμπονται σε διαιτησία σύμφωνα με τους κανόνες διαιτησίας της UNCITRAL, τότε οι διαφορές αυτές θα επιλύονται σύμφωνα με τους παρόντες κανόνες με την επιφύλαξη των τροποποιήσεων που μπορεί να συμφωνήσουν τα μέρη.
  2. Τα μέρη σε συμφωνία διαιτησίας που συνάπτεται μετά τις 15 Αυγούστου 2010 τεκμαίρεται ότι έχουν αναφερθεί στους κανόνες που ισχύουν κατά την ημερομηνία έναρξης της διαιτησίας, εκτός εάν τα μέρη έχουν συμφωνήσει να εφαρμόσουν συγκεκριμένη έκδοση των κανόνων. Το τεκμήριο αυτό δεν ισχύει όταν η συμφωνία διαιτησίας έχει συναφθεί με την αποδοχή, μετά τις 15 Αυγούστου 2010, προσφοράς που υποβλήθηκε πριν από την ημερομηνία αυτή.
  3. Οι παρόντες κανόνες διέπουν τη διαιτησία, εκτός από την περίπτωση που οποιοσδήποτε από τους παρόντες κανόνες έρχεται σε σύγκρουση με διάταξη του εφαρμοστέου στη διαιτησία δικαίου από την οποία τα μέρη δεν μπορούν να παρεκκλίνουν, η διάταξη αυτή υπερισχύει.
  4. Για τη διαιτησία μεταξύ επενδυτών και κράτους που κινείται βάσει συνθήκης που προβλέπει την προστασία των επενδύσεων ή των επενδυτών, ο παρών κανονισμός περιλαμβάνει τους κανόνες UNCITRAL για τη διαφάνεια στη διαιτησία μεταξύ επενδυτών και κράτους βάσει συνθήκης ("κανόνες για τη διαφάνεια"), με την επιφύλαξη του άρθρου 1 των κανόνων για τη διαφάνεια.
  5. Οι Κανόνες Ταχείας Διαιτησίας του προσαρτήματος εφαρμόζονται στη διαιτησία, εφόσον τα μέρη συμφωνήσουν σχετικά.

Ειδοποίηση και υπολογισμός των προθεσμιών

Άρθρο 2

  1. Μια ειδοποίηση, συμπεριλαμβανομένης της κοινοποίησης, της ανακοίνωσης ή της πρότασης, μπορεί να διαβιβαστεί με οποιοδήποτε μέσο επικοινωνίας που προβλέπει ή επιτρέπει την καταγραφή της διαβίβασής της.
  2. Εάν ένα μέρος έχει ορίσει μια διεύθυνση ειδικά για το σκοπό αυτό ή έχει εξουσιοδοτηθεί από το διαιτητικό δικαστήριο, κάθε ειδοποίηση παραδίδεται στο μέρος αυτό στη διεύθυνση αυτή και, εάν παραδοθεί έτσι, θεωρείται ότι έχει παραληφθεί. Η παράδοση με ηλεκτρονικά μέσα, όπως φαξ ή ηλεκτρονικό ταχυδρομείο, μπορεί να γίνει μόνο σε διεύθυνση που έχει οριστεί ή εξουσιοδοτηθεί με τον τρόπο αυτό.
  3. Ελλείψει τέτοιου προσδιορισμού ή εξουσιοδότησης, μια ειδοποίηση είναι:
    • α) παραλαμβάνεται εάν παραδίδεται φυσικά στον παραλήπτη- ή
    • (β) θεωρείται ότι έχει παραληφθεί εάν παραδίδεται στον τόπο της επιχείρησης, της συνήθους κατοικίας ή της ταχυδρομικής διεύθυνσης του παραλήπτη.
  4. Εάν, μετά από εύλογες προσπάθειες, η παράδοση δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί σύμφωνα με τις παραγράφους 2 ή 3, η ειδοποίηση θεωρείται ότι έχει παραληφθεί εάν αποσταλεί στην τελευταία γνωστή επαγγελματική έδρα, συνήθη κατοικία ή ταχυδρομική διεύθυνση του παραλήπτη με συστημένη επιστολή ή με οποιοδήποτε άλλο μέσο που παρέχει καταγραφή της παράδοσης ή της απόπειρας παράδοσης.
  5. Η ειδοποίηση θεωρείται ότι έχει παραληφθεί την ημέρα που παραδίδεται σύμφωνα με τις παραγράφους 2, 3 ή 4 ή επιχειρείται να παραδοθεί σύμφωνα με την παράγραφο 4. Μια ειδοποίηση που διαβιβάζεται με ηλεκτρονικά μέσα θεωρείται ότι έχει παραληφθεί την ημέρα της αποστολής της, εκτός από το ότι μια ειδοποίηση διαιτησίας που διαβιβάζεται με τον τρόπο αυτό θεωρείται ότι έχει παραληφθεί μόνο την ημέρα που φθάνει στην ηλεκτρονική διεύθυνση του παραλήπτη.
  6. Για τον υπολογισμό μιας προθεσμίας βάσει του παρόντος Κανονισμού, η προθεσμία αυτή αρχίζει να τρέχει την επομένη της ημέρας παραλαβής της ειδοποίησης. Εάν η τελευταία ημέρα της εν λόγω προθεσμίας είναι επίσημη αργία ή μη εργάσιμη ημέρα στην κατοικία ή στον τόπο της επιχείρησης του παραλήπτη, η προθεσμία παρατείνεται μέχρι την πρώτη εργάσιμη ημέρα που ακολουθεί. Οι επίσηµες αργίες ή οι µη εργάσιµες ηµέρες που συµβαίνουν κατά τη διάρκεια της προθεσµίας συµπεριλαµβάνονται στον υπολογισµό της προθεσµίας.

Ανακοίνωση διαιτησίας

Άρθρο 3

  1. Το µέρος ή τα µέρη που προσφεύγουν στη διαιτησία (εφεξής καλούµενα "ενάγων") κοινοποιεί στο άλλο µέρος ή στα άλλα µέρη (εφεξής καλούµενα "εναγόµενος") ειδοποίηση διαιτησίας.
  2. Η διαιτητική διαδικασία θεωρείται ότι αρχίζει την ημερομηνία κατά την οποία ο εναγόμενος λαμβάνει την ειδοποίηση διαιτησίας.
  3. Η ειδοποίηση διαιτησίας περιλαμβάνει τα ακόλουθα:
    • (α) Αίτημα για την παραπομπή της διαφοράς σε διαιτησία,
    • (β) Τα ονόματα και τα στοιχεία επικοινωνίας των μερών,
    • (γ) Προσδιορισμό της συμφωνίας διαιτησίας που επικαλείται,
    • (δ) Προσδιορισμό οποιασδήποτε σύμβασης ή άλλου νομικού μέσου από ή σε σχέση με το οποίο προκύπτει η διαφορά ή, ελλείψει τέτοιας σύμβασης ή μέσου, σύντομη περιγραφή της σχετικής σχέσης,
    • (ε) Σύντομη περιγραφή της απαίτησης και ένδειξη του σχετικού ποσού, εάν υπάρχει,
    • (στ) Το αιτούμενο ένδικο βοήθημα ή μέσο,
    • (ζ) Πρόταση ως προς τον αριθμό των διαιτητών, τη γλώσσα και τον τόπο της διαιτησίας, εάν τα μέρη δεν έχουν προηγουμένως συμφωνήσει σχετικά.
  4. Η ειδοποίηση διαιτησίας μπορεί επίσης να περιλαμβάνει:
    • α) Πρόταση για τον ορισμό της αρμόδιας για τους διορισμούς αρχής που αναφέρεται στο άρθρο 6 παράγραφος 1,
    • (β) Πρόταση για τον ορισμό μοναδικού διαιτητή που αναφέρεται στο άρθρο 8, παράγραφος 1,
    • (γ) κοινοποίηση του διορισμού διαιτητή που αναφέρεται στο άρθρο 9 ή 10.
  5. Η συγκρότηση του διαιτητικού δικαστηρίου δεν παρεμποδίζεται από οποιαδήποτε διαφωνία σχετικά με την επάρκεια της προκήρυξης της διαιτησίας, η οποία επιλύεται οριστικά από το διαιτητικό δικαστήριο.

Απάντηση στην προκήρυξη διαιτησίας

Άρθρο 4

  1. Εντός 30 ημερών από την παραλαβή της προκήρυξης διαιτησίας, ο εναγόμενος κοινοποιεί στον αιτούντα απάντηση στην προκήρυξη διαιτησίας, η οποία περιλαμβάνει:
    • α) Το όνομα και τα στοιχεία επικοινωνίας κάθε εναγομένου,
    • (β) Απάντηση στις πληροφορίες που αναφέρονται στην προκήρυξη διαιτησίας, σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 3 στοιχεία γ) έως ζ).
  2. Η απάντηση στην προκήρυξη διαιτησίας μπορεί επίσης να περιλαμβάνει:
    • (α) Κάθε ισχυρισμό ότι το διαιτητικό δικαστήριο που πρόκειται να συγκροτηθεί βάσει του παρόντος κανονισμού στερείται δικαιοδοσίας,
    • (β) Πρόταση για τον ορισμό της αρμόδιας για τους διορισμούς αρχής που αναφέρεται στο άρθρο 6, παράγραφος 1,
    • (γ) Πρόταση για τον διορισμό μοναδικού διαιτητή που αναφέρεται στο άρθρο 8, παράγραφος 1,
    • (δ) Γνωστοποίηση του διορισμού διαιτητή που αναφέρεται στο άρθρο 9 ή 10,
    • (ε) Σύντομη περιγραφή των ανταπαιτήσεων ή των απαιτήσεων για σκοπούς συμψηφισμού, εάν υπάρχουν, συμπεριλαμβανομένης, κατά περίπτωση, μίας ένδειξης των σχετικών ποσών και της ζητούμενης αρωγής ή θεραπείας,
    • (στ) ειδοποίηση διαιτησίας σύμφωνα με το άρθρο 3 σε περίπτωση που ο εναγόμενος διατυπώνει αξίωση κατά μέρους της συμφωνίας διαιτησίας, εκτός από τον ενάγοντα.
  3. Η συγκρότηση του διαιτητικού δικαστηρίου δεν παρεμποδίζεται από οποιαδήποτε διένεξη σε σχέση με την παράλειψη του εναγομένου να κοινοποιήσει απάντηση στην ειδοποίηση διαιτησίας, ή ελλιπή ή καθυστερημένη απάντηση στην ειδοποίηση διαιτησίας, η οποία επιλύεται οριστικά από το διαιτητικό δικαστήριο.

Εκπροσώπηση και συνδρομή

Άρθρο 5

Κάθε διάδικος μπορεί να εκπροσωπείται ή να επικουρείται από πρόσωπα που επιλέγει. Τα ονόματα και οι διευθύνσεις των προσώπων αυτών πρέπει να κοινοποιούνται σε όλα τα μέρη και στο διαιτητικό δικαστήριο. Στην ανακοίνωση αυτή πρέπει να διευκρινίζεται αν ο διορισμός γίνεται για σκοπούς εκπροσώπησης ή συνδρομής. Όταν ένα πρόσωπο πρόκειται να ενεργήσει ως αντιπρόσωπος διαδίκου, το διαιτητικό δικαστήριο, με δική του πρωτοβουλία ή κατόπιν αιτήσεως οποιουδήποτε διαδίκου, μπορεί ανά πάσα στιγμή να απαιτήσει απόδειξη της εξουσιοδότησης που έχει χορηγηθεί στον αντιπρόσωπο, υπό τον τύπο που το διαιτητικό δικαστήριο μπορεί να καθορίσει.

Ορισμός και διορισμός αρχών

Άρθρο 6

  1. Εκτός εάν τα μέρη έχουν ήδη συμφωνήσει σχετικά με την επιλογή της αρμόδιας για τους διορισμούς αρχής, ένα μέρος μπορεί ανά πάσα στιγμή να προτείνει το όνομα ή τα ονόματα ενός ή περισσότερων οργάνων ή προσώπων, συμπεριλαμβανομένου του Γενικού Γραμματέα του Μόνιμου Διαιτητικού Δικαστηρίου της Χάγης (εφεξής "ΠΔΔ"), ένα από τα οποία θα εκτελεί χρέη αρμόδιας για τους διορισμούς αρχής.
  2. Εάν όλα τα μέρη δεν έχουν συμφωνήσει σχετικά με την επιλογή της αρμόδιας για τους διορισμούς αρχής εντός 30 ημερών από την παραλαβή της πρότασης που υποβάλλεται σύμφωνα με την παράγραφο 1 από όλα τα άλλα μέρη, κάθε μέρος μπορεί να ζητήσει από τον Γενικό Γραμματέα του ΠΣΔ να ορίσει την αρμόδια για τους διορισμούς αρχή.
  3. Όταν ο παρών κανονισμός προβλέπει προθεσμία εντός της οποίας ένα μέρος πρέπει να παραπέμψει ένα θέμα σε αρμόδια για τους διορισμούς αρχή και δεν έχει συμφωνηθεί ή οριστεί αρμόδια για τους διορισμούς αρχή, η προθεσμία αναστέλλεται από την ημερομηνία κατά την οποία ένα μέρος κινεί τη διαδικασία για τη συμφωνία ή τον ορισμό αρμόδιας για τους διορισμούς αρχής μέχρι την ημερομηνία της εν λόγω συμφωνίας ή του ορισμού.
  4. Εκτός από τα αναφερόμενα στο άρθρο 41, παράγραφος 4, εάν η αρμόδια για τους διορισμούς αρχή αρνηθεί να ενεργήσει ή εάν δεν διορίσει διαιτητή εντός 30 ημερών από την παραλαβή του σχετικού αιτήματος ενός μέρους, δεν ενεργήσει εντός οποιασδήποτε άλλης προθεσμίας που προβλέπεται από τον παρόντα κανονισμό ή δεν αποφασίσει σχετικά με την αμφισβήτηση διαιτητή εντός εύλογου χρονικού διαστήματος από την παραλαβή του σχετικού αιτήματος ενός μέρους, κάθε μέρος μπορεί να ζητήσει από τον Γενικό Γραμματέα της PCA να ορίσει υποκατάστατη αρμόδια για τους διορισμούς αρχή.
  5. Κατά την άσκηση των καθηκόντων τους βάσει του παρόντος κανονισμού, η αρμόδια για τους διορισμούς αρχή και ο Γενικός Γραμματέας της PCA μπορούν να ζητούν από κάθε μέρος και τους διαιτητές τις πληροφορίες που κρίνουν απαραίτητες και δίνουν στα μέρη και, κατά περίπτωση, στους διαιτητές, την ευκαιρία να παρουσιάσουν τις απόψεις τους με οποιονδήποτε τρόπο θεωρούν κατάλληλο. Όλες αυτές οι ανακοινώσεις προς και από την αρμόδια για τους διορισμούς αρχή και τον Γενικό Γραμματέα της ΣΕΣΣ παρέχονται επίσης από τον αποστολέα σε όλα τα άλλα μέρη.
  6. Όταν ζητείται από την αρμόδια για τους διορισμούς αρχή να διορίσει διαιτητή σύμφωνα με τα άρθρα 8, 9, 10 ή 14, το μέρος που υποβάλλει το αίτημα αποστέλλει στην αρμόδια για τους διορισμούς αρχή αντίγραφα της προκήρυξης διαιτησίας και, εάν υπάρχει, κάθε απάντηση στην προκήρυξη διαιτησίας.
  7. Η αρμόδια για τους διορισμούς αρχή λαμβάνει υπόψη τις εκτιμήσεις που είναι πιθανό να εξασφαλίσουν το διορισμό ανεξάρτητου και αμερόληπτου διαιτητή και λαμβάνει υπόψη τη σκοπιμότητα διορισμού διαιτητή με υπηκοότητα άλλη από τις υπηκοότητες των μερών.

Τμήμα II. Σύνθεση του διαιτητικού δικαστηρίου

Αριθμός διαιτητών

Άρθρο 7

  1. Εάν τα μέρη δεν έχουν προηγουμένως συμφωνήσει σχετικά με τον αριθμό των διαιτητών και εάν εντός 30 ημερών από την παραλαβή από τον εναγόμενο της ειδοποίησης διαιτησίας τα μέρη δεν έχουν συμφωνήσει ότι θα υπάρχει μόνο ένας διαιτητής, διορίζονται τρεις διαιτητές.
  2. Με την επιφύλαξη της παραγράφου 1, εάν κανένα άλλο μέρος δεν έχει απαντήσει στην πρόταση ενός μέρους να διορίσει μοναδικό διαιτητή εντός της προθεσμίας που προβλέπεται στην παράγραφο 1 και το ή τα ενδιαφερόμενα μέρη δεν έχουν διορίσει δεύτερο διαιτητή σύμφωνα με το άρθρο 9 ή 10, η αρμόδια για τους διορισμούς αρχή μπορεί, κατόπιν αιτήματος ενός μέρους, να διορίσει μοναδικό διαιτητή σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 8 παράγραφος 2, εάν κρίνει ότι, λαμβανομένων υπόψη των περιστάσεων της υπόθεσης, αυτό είναι καταλληλότερο.

Διορισμός διαιτητών

Άρθρο 8

  1. Εάν τα μέρη έχουν συμφωνήσει ότι πρέπει να διοριστεί μοναδικός διαιτητής και εάν εντός 30 ημερών από την παραλαβή από όλα τα άλλα μέρη της πρότασης για το διορισμό μοναδικού διαιτητή τα μέρη δεν έχουν καταλήξει σε συμφωνία επ' αυτού, ο μοναδικός διαιτητής διορίζεται, κατόπιν αιτήματος ενός μέρους, από την αρμόδια για τους διορισμούς αρχή.
  2. Η αρμόδια για τους διορισμούς αρχή διορίζει τον μοναδικό διαιτητή το συντομότερο δυνατό. Κατά τον διορισμό, η αρμόδια για τους διορισμούς αρχή χρησιμοποιεί την ακόλουθη διαδικασία καταλόγου, εκτός εάν τα μέρη συμφωνήσουν ότι δεν πρέπει να χρησιμοποιηθεί η διαδικασία καταλόγου ή εάν η αρμόδια για τους διορισμούς αρχή κρίνει κατά την κρίση της ότι η χρήση της διαδικασίας καταλόγου δεν είναι κατάλληλη για την υπόθεση:
    • α) Η αρμόδια για τους διορισμούς αρχή κοινοποιεί σε καθένα από τα μέρη πανομοιότυπο κατάλογο που περιέχει τουλάχιστον τρία ονόματα,
    • (β) Εντός 15 ημερών από την παραλαβή του καταλόγου αυτού, κάθε διάδικος μπορεί να επιστρέψει τον κατάλογο στην αρμόδια για τους διορισμούς αρχή, αφού διαγράψει το όνομα ή τα ονόματα στα οποία έχει αντιρρήσεις και αριθμήσει τα υπόλοιπα ονόματα του καταλόγου με τη σειρά προτίμησής του,
    • γ) Μετά την παρέλευση της ανωτέρω προθεσμίας, η αρμόδια για τους διορισμούς αρχή διορίζει τον μοναδικό διαιτητή μεταξύ των ονομάτων που εγκρίθηκαν στους καταλόγους που της επιστράφηκαν και σύμφωνα με τη σειρά προτίμησης που υπέδειξαν τα μέρη,
    • (δ) Εάν για οποιονδήποτε λόγο ο διορισμός δεν μπορεί να γίνει σύμφωνα με αυτή τη διαδικασία, η αρμόδια για τους διορισμούς αρχή μπορεί να ασκήσει τη διακριτική της ευχέρεια για τον διορισμό του μοναδικού διαιτητή.

Άρθρο 9

  1. Εάν πρόκειται να διοριστούν τρεις διαιτητές, κάθε μέρος διορίζει έναν διαιτητή. Οι δύο διαιτητές που διορίζονται κατ' αυτόν τον τρόπο επιλέγουν τον τρίτο διαιτητή που θα ενεργεί ως προεδρεύων διαιτητής του διαιτητικού δικαστηρίου.
  2. Εάν εντός 30 ημερών από την παραλαβή της κοινοποίησης ενός μέρους για τον διορισμό ενός διαιτητή το άλλο μέρος δεν έχει κοινοποιήσει στο πρώτο μέρος τον διαιτητή που έχει διορίσει, το πρώτο μέρος μπορεί να ζητήσει από την αρμόδια για τους διορισμούς αρχή να διορίσει τον δεύτερο διαιτητή.
  3. Εάν εντός 30 ημερών από τον διορισμό του δεύτερου διαιτητή οι δύο διαιτητές δεν έχουν συμφωνήσει σχετικά με την επιλογή του προεδρεύοντος διαιτητή, ο προεδρεύων διαιτητής διορίζεται από την αρμόδια για τους διορισμούς αρχή με τον ίδιο τρόπο που θα διοριζόταν ένας μοναδικός διαιτητής σύμφωνα με το άρθρο 8.

Άρθρο 10

  1. Για τους σκοπούς του άρθρου 9, παράγραφος 1, όταν πρόκειται να διοριστούν τρεις διαιτητές και υπάρχουν πολλά μέρη ως ενάγοντες ή ως εναγόμενοι, εκτός εάν τα μέρη έχουν συμφωνήσει για άλλη μέθοδο διορισμού των διαιτητών, τα πολλά μέρη διορίζουν από κοινού, είτε ως ενάγοντες είτε ως εναγόμενοι, έναν διαιτητή.
  2. Εάν τα μέρη έχουν συμφωνήσει ότι το διαιτητικό δικαστήριο πρέπει να αποτελείται από αριθμό διαιτητών διαφορετικό από έναν ή τρεις, οι διαιτητές διορίζονται σύμφωνα με τη μέθοδο που συμφωνήθηκε από τα μέρη.
  3. Σε περίπτωση που δεν συγκροτηθεί το διαιτητικό δικαστήριο σύμφωνα με τους παρόντες κανόνες, η αρμόδια για τους διορισμούς αρχή συγκροτεί, κατόπιν αιτήματος οποιουδήποτε μέρους, το διαιτητικό δικαστήριο και, με τον τρόπο αυτό, μπορεί να ανακαλέσει κάθε διορισμό που έχει ήδη γίνει και να διορίσει ή να επαναδιορίσει καθέναν από τους διαιτητές και να ορίσει έναν από αυτούς ως προεδρεύοντα διαιτητή.

Γνωστοποιήσεις και πρόκληση των διαιτητών

Άρθρο 11

Όταν ένα πρόσωπο προσεγγίζεται σε σχέση µε τον πιθανό διορισµό του ως διαιτητή, αποκαλύπτει οποιεσδήποτε περιστάσεις που ενδέχεται να δηµιουργήσουν δικαιολογηµένες αµφιβολίες ως προς την αµεροληψία ή την ανεξαρτησία του. Ο διαιτητής, από τη στιγμή του διορισμού του και καθ' όλη τη διάρκεια της διαιτητικής διαδικασίας, γνωστοποιεί χωρίς καθυστέρηση τις περιστάσεις αυτές στα μέρη και στους άλλους διαιτητές, εκτός εάν έχουν ήδη ενημερωθεί από τον ίδιο για τις περιστάσεις αυτές.

Άρθρο 12

  1. Κάθε διαιτητής μπορεί να αμφισβητηθεί εάν υπάρχουν περιστάσεις που δημιουργούν δικαιολογημένες αμφιβολίες ως προς την αμεροληψία ή την ανεξαρτησία του διαιτητή.
  2. Ένα μέρος μπορεί να αμφισβητήσει τον διαιτητή που έχει διοριστεί από αυτό μόνο για λόγους για τους οποίους λαμβάνει γνώση μετά τον διορισμό του.
  3. Σε περίπτωση παράλειψης του διαιτητή να ενεργήσει ή σε περίπτωση de jure ή de facto αδυναμίας του να ασκήσει τα καθήκοντά του, εφαρμόζεται η διαδικασία σχετικά με την πρόκληση διαιτητή που προβλέπεται στο άρθρο 13.

Άρθρο 13

  1. Το μέρος που προτίθεται να αμφισβητήσει διαιτητή αποστέλλει την πρότασή του εντός 15 ημερών αφότου του κοινοποιήθηκε ο διορισμός του αμφισβητούμενου διαιτητή, ή εντός 15 ημερών αφότου οι περιστάσεις που αναφέρονται στα άρθρα 11 και 12 έγιναν γνωστές στο εν λόγω μέρος.
  2. Η ανακοίνωση της πρόκλησης κοινοποιείται σε όλα τα άλλα μέρη, στον διαιτητή που προσβάλλεται και στους άλλους διαιτητές. Στην ανακοίνωση της πρόκλησης αναφέρονται οι λόγοι της πρόκλησης.
  3. Όταν ένας διαιτητής έχει προσβληθεί από ένα μέρος, όλα τα μέρη μπορούν να συμφωνήσουν με την πρόκληση. Ο διαιτητής μπορεί επίσης, μετά την πρόκληση, να αποχωρήσει από το αξίωμά του. Σε καμία περίπτωση αυτό δεν συνεπάγεται αποδοχή της εγκυρότητας των λόγων της πρόκλησης.
  4. Εάν, εντός 15 ημερών από την ημερομηνία κοινοποίησης της πρόκλησης, όλα τα μέρη δεν συμφωνήσουν με την πρόκληση ή ο διαιτητής που αμφισβητήθηκε δεν αποσυρθεί, το μέρος που υπέβαλε την πρόκληση μπορεί να επιλέξει να την συνεχίσει. Στην περίπτωση αυτή, εντός 30 ημερών από την ημερομηνία της ειδοποίησης για την αμφισβήτηση, ζητά απόφαση επί της αμφισβήτησης από την αρμόδια για τους διορισμούς αρχή.

Αντικατάσταση διαιτητή

Άρθρο 14

  1. Με την επιφύλαξη της παραγράφου 2, σε κάθε περίπτωση που ένας διαιτητής πρέπει να αντικατασταθεί κατά τη διάρκεια της διαιτητικής διαδικασίας, διορίζεται ή επιλέγεται αναπληρωτής διαιτητής σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στα άρθρα 8 έως 11, η οποία ίσχυε για το διορισμό ή την επιλογή του διαιτητή που αντικαθίσταται. Η διαδικασία αυτή εφαρµόζεται ακόµη και αν κατά τη διαδικασία διορισµού του προς αντικατάσταση διαιτητή, ένα µέρος δεν άσκησε το δικαίωµά του να διορίσει ή να συµµετάσχει στον διορισµό.
  2. Εάν, κατόπιν αιτήσεως διαδίκου, η αρμόδια για τους διορισμούς αρχή κρίνει ότι, ενόψει των εξαιρετικών περιστάσεων της υπόθεσης, θα ήταν δικαιολογημένο να στερηθεί ο διάδικος το δικαίωμά του να διορίσει αναπληρωματικό διαιτητή, η αρμόδια για τους διορισμούς αρχή μπορεί, αφού δώσει την ευκαιρία στα μέρη και στους υπόλοιπους διαιτητές να εκφράσουν τις απόψεις τους: (α) να διορίσει τον αναπληρωματικό διαιτητή- ή (β) μετά τη λήξη των ακροάσεων, να εξουσιοδοτήσει τους υπόλοιπους διαιτητές να συνεχίσουν τη διαιτησία και να λάβουν οποιαδήποτε απόφαση ή απόφαση.

Επανάληψη των ακροάσεων σε περίπτωση αντικατάστασης ενός διαιτητή

Άρθρο 15

Σε περίπτωση αντικατάστασης διαιτητή, η διαδικασία επαναλαμβάνεται στο στάδιο στο οποίο ο διαιτητής που αντικαταστάθηκε έπαψε να ασκεί τα καθήκοντά του, εκτός εάν το διαιτητικό δικαστήριο αποφασίσει διαφορετικά.

Αποκλεισμός ευθύνης

Άρθρο 16

Εκτός από την περίπτωση πρόθεσης, τα μέρη παραιτούνται, στο μέγιστο βαθμό που επιτρέπεται από το εφαρμοστέο δίκαιο, από κάθε αξίωση κατά των διαιτητών, της αρμόδιας για τους διορισμούς αρχής και οποιουδήποτε προσώπου διορισμένου από το διαιτητικό δικαστήριο που βασίζεται σε οποιαδήποτε πράξη ή παράλειψη σε σχέση με τη διαιτησία.

Τμήμα III. Διαιτητική διαδικασία

Γενικές διατάξεις

Άρθρο 17

  1. Με την επιφύλαξη του παρόντος Κανονισμού, το διαιτητικό δικαστήριο μπορεί να διεξάγει τη διαιτησία με τον τρόπο που θεωρεί κατάλληλο, υπό την προϋπόθεση ότι τα μέρη αντιμετωπίζονται ισότιμα και ότι σε κατάλληλο στάδιο της διαδικασίας δίνεται σε κάθε μέρος εύλογη ευκαιρία να παρουσιάσει την υπόθεσή του. Το διαιτητικό δικαστήριο, κατά την άσκηση της διακριτικής του ευχέρειας, διεξάγει τη διαδικασία έτσι ώστε να αποφεύγονται οι περιττές καθυστερήσεις και δαπάνες και να παρέχεται μια δίκαιη και αποτελεσματική διαδικασία για την επίλυση της διαφοράς των μερών.
  2. Το συντομότερο δυνατό μετά τη συγκρότησή του και αφού καλέσει τα μέρη να εκφράσουν τις απόψεις τους, το διαιτητικό δικαστήριο καθορίζει το προσωρινό χρονοδιάγραμμα της διαιτησίας. Το διαιτητικό δικαστήριο μπορεί, ανά πάσα στιγμή, αφού καλέσει τα μέρη να εκφράσουν τις απόψεις τους, να παρατείνει ή να συντομεύσει οποιαδήποτε προθεσμία που προβλέπεται από τον παρόντα κανονισμό ή συμφωνείται από τα μέρη.
  3. Εάν σε κατάλληλο στάδιο της διαδικασίας οποιοσδήποτε διάδικος το ζητήσει, το διαιτητικό δικαστήριο διοργανώνει ακροάσεις για την παρουσίαση αποδεικτικών στοιχείων από μάρτυρες, συμπεριλαμβανομένων των πραγματογνωμόνων, ή για προφορική επιχειρηματολογία. Ελλείψει τέτοιου αιτήματος, το διαιτητικό δικαστήριο αποφασίζει αν θα πραγματοποιήσει τέτοιες ακροάσεις ή αν η διαδικασία θα διεξαχθεί με βάση έγγραφα και άλλο υλικό.
  4. Όλες οι ανακοινώσεις προς το διαιτητικό δικαστήριο από ένα μέρος κοινοποιούνται από το εν λόγω μέρος σε όλα τα άλλα μέρη. Οι ανακοινώσεις αυτές γίνονται ταυτόχρονα, εκτός εάν το διαιτητικό δικαστήριο επιτρέπει διαφορετικά, εφόσον μπορεί να το πράξει βάσει της εφαρμοστέας νομοθεσίας.
  5. Το διαιτητικό δικαστήριο µπορεί, κατόπιν αιτήσεως οποιουδήποτε διαδίκου, να επιτρέψει σε ƒένα ή περισσότερα τρίτα πρόσωπα να προσχωρήσουν στη διαιτησία ως διάδικοι, υπό την προϋπόθεση ότι το πρόσωπο αυτό είναι µέρος της συµφωνίας διαιτησίας, εκτός εάν το διαιτητικό δικαστήριο διαπιστώσει, αφού δώσει σε όλους τους διαδίκους, συµπεριλαµβανοµένου του προσώπου ή των προσώπων που θα προσχωρήσουν, την ευκαιρία να ακουστούν, ότι η προσχώρηση δεν πρέπει να επιτραπεί λόγω ζηµίας για οποιοδήποτε από τα µέρη αυτά. Το διαιτητικό δικαστήριο μπορεί να εκδώσει μία ή περισσότερες αποφάσεις για όλα τα μέρη που συμμετέχουν στη διαιτησία.

Τόπος διαιτησίας

Άρθρο 18

  1. Εάν τα μέρη δεν έχουν προηγουμένως συμφωνήσει σχετικά με τον τόπο διαιτησίας, ο τόπος διαιτησίας καθορίζεται από το διαιτητικό δικαστήριο λαμβάνοντας υπόψη τις περιστάσεις της υπόθεσης. Η απόφαση θεωρείται ότι έχει εκδοθεί στον τόπο της διαιτησίας.
  2. Το διαιτητικό δικαστήριο μπορεί να συνεδριάζει σε οποιαδήποτε τοποθεσία κρίνει κατάλληλη για τις διαβουλεύσεις του. Εκτός αν συμφωνηθεί διαφορετικά από τα μέρη, το διαιτητικό δικαστήριο μπορεί επίσης να συνεδριάζει σε οποιαδήποτε τοποθεσία κρίνει κατάλληλη για οποιονδήποτε άλλο σκοπό, συμπεριλαμβανομένων των ακροάσεων.

Γλώσσα

Άρθρο 19

  1. Με την επιφύλαξη συμφωνίας των μερών, το διαιτητικό δικαστήριο, αμέσως μετά το διορισμό του, καθορίζει τη γλώσσα ή τις γλώσσες που θα χρησιμοποιηθούν στη διαδικασία. Ο καθορισμός αυτός ισχύει για το δικόγραφο της αγωγής, το υπόμνημα αντίκρουσης και κάθε άλλη γραπτή δήλωση και, εάν πραγματοποιηθούν προφορικές ακροάσεις, για τη γλώσσα ή τις γλώσσες που θα χρησιμοποιηθούν στις ακροάσεις αυτές.
  2. Το διαιτητικό δικαστήριο μπορεί να διατάξει ότι όλα τα έγγραφα που επισυνάπτονται στο δικόγραφο της αγωγής ή στο υπόμνημα αντίκρουσης, καθώς και όλα τα συμπληρωματικά έγγραφα ή εκθέματα που υποβάλλονται κατά τη διάρκεια της διαδικασίας, τα οποία παραδίδονται στην πρωτότυπη γλώσσα τους, θα συνοδεύονται από μετάφραση στη γλώσσα ή στις γλώσσες που συμφωνήθηκαν από τα μέρη ή καθορίστηκαν από το διαιτητικό δικαστήριο.

Δήλωση αγωγής

Άρθρο 20

  1. Ο ενάγων κοινοποιεί εγγράφως την αγωγή του στον εναγόμενο και σε καθέναν από τους διαιτητές εντός προθεσμίας που καθορίζεται από το διαιτητικό δικαστήριο. Ο ενάγων μπορεί να επιλέξει να θεωρήσει την ειδοποίηση διαιτησίας που αναφέρεται στο άρθρο 3 ως δήλωση αξίωσης, υπό την προϋπόθεση ότι η ειδοποίηση διαιτησίας πληροί επίσης τις απαιτήσεις των παραγράφων 2 έως 4 του παρόντος άρθρου.
  2. Η δήλωση αξίωσης περιλαμβάνει τα ακόλουθα στοιχεία:
    • α) Τα ονόματα και τα στοιχεία επικοινωνίας των μερών,
    • (β) Έκθεση των πραγματικών περιστατικών που στηρίζουν την αξίωση,
    • (γ) Τα επίμαχα σημεία,
    • (δ) Την αγωγή ή το ένδικο βοήθημα που ζητείται,
    • (ε) τους νομικούς λόγους ή τα επιχειρήματα που υποστηρίζουν την αξίωση.
  3. Στην αγωγή επισυνάπτεται αντίγραφο κάθε σύμβασης ή άλλου νομικού μέσου από ή σε σχέση με το οποίο προκύπτει η διαφορά και της συμφωνίας διαιτησίας.
  4. Το δικόγραφο της αγωγής θα πρέπει, στο μέτρο του δυνατού, να συνοδεύεται από όλα τα έγγραφα και άλλα αποδεικτικά στοιχεία που επικαλείται ο ενάγων ή να περιέχει παραπομπές σε αυτά.

Δήλωση αντίκρουσης

Άρθρο 21

  1. Ο εναγόμενος κοινοποιεί εγγράφως την υπεράσπισή του στον ενάγοντα και σε καθέναν από τους διαιτητές εντός προθεσμίας που θα καθοριστεί από το διαιτητικό δικαστήριο. Ο εναγόμενος μπορεί να επιλέξει να θεωρήσει την απάντησή του στην ειδοποίηση διαιτησίας που αναφέρεται στο άρθρο 4 ως δήλωση υπεράσπισης, υπό την προϋπόθεση ότι η απάντηση στην ειδοποίηση διαιτησίας συμμορφώνεται επίσης με τις απαιτήσεις της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου.
  2. Το υπόμνημα υπεράσπισης απαντά στα στοιχεία β) έως ε) της αγωγής (άρθρο 20, παράγραφος 2). Το υπόμνημα αντίκρουσης πρέπει, στο μέτρο του δυνατού, να συνοδεύεται από όλα τα έγγραφα και άλλα αποδεικτικά στοιχεία που επικαλείται ο εναγόμενος ή να περιέχει παραπομπές σε αυτά.
  3. Στη δήλωση αντίκρουσης, ή σε μεταγενέστερο στάδιο της διαιτητικής διαδικασίας, εάν το διαιτητικό δικαστήριο αποφασίσει ότι η καθυστέρηση ήταν δικαιολογημένη υπό τις περιστάσεις, ο εναγόμενος μπορεί να προβάλει ανταπαίτηση ή να επικαλεστεί αξίωση για τους σκοπούς του συμψηφισμού, υπό την προϋπόθεση ότι το διαιτητικό δικαστήριο έχει δικαιοδοσία επ' αυτής.
  4. Οι διατάξεις του άρθρου 20, παράγραφοι 2 έως 4, εφαρμόζονται σε ανταπαίτηση, σε αξίωση σύμφωνα με το άρθρο 4, παράγραφος 2 (στ), και σε αξίωση που προβάλλεται για σκοπούς συμψηφισμού.

Τροποποιήσεις της αγωγής ή της αντίκρουσης

Άρθρο 22

Κατά τη διάρκεια της διαιτητικής διαδικασίας, ένας διάδικος μπορεί να τροποποιήσει ή να συμπληρώσει την αξίωση ή την υπεράσπισή του, συμπεριλαμβανομένης της ανταπαίτησης ή της απαίτησης για συμψηφισμό, εκτός εάν το διαιτητικό δικαστήριο κρίνει ότι δεν είναι σκόπιμο να επιτρέψει την εν λόγω τροποποίηση ή συμπλήρωση, λαμβάνοντας υπόψη την καθυστέρηση στην υποβολή της ή τη ζημία άλλων μερών ή άλλες περιστάσεις. Ωστόσο, μια αξίωση ή αντίκρουση, συμπεριλαμβανομένης μιας ανταπαίτησης ή μιας αξίωσης για το σκοπό του συμψηφισμού, δεν μπορεί να τροποποιηθεί ή να συμπληρωθεί κατά τρόπο ώστε η τροποποιημένη ή συμπληρωμένη αξίωση ή αντίκρουση να μην εμπίπτει στη δικαιοδοσία του διαιτητικού δικαστηρίου.

Ισχυρισμοί ως προς τη δικαιοδοσία του διαιτητικού δικαστηρίου

Άρθρο 23

  1. Το διαιτητικό δικαστήριο έχει την εξουσία να αποφαίνεται επί της δικής του δικαιοδοσίας, συμπεριλαμβανομένων τυχόν ενστάσεων σχετικά με την ύπαρξη ή το κύρος της συμφωνίας διαιτησίας. Για τον σκοπό αυτό, μια ρήτρα διαιτησίας που αποτελεί μέρος μιας σύμβασης αντιμετωπίζεται ως συμφωνία ανεξάρτητη από τους άλλους όρους της σύμβασης. Η απόφαση του διαιτητικού δικαστηρίου ότι η σύμβαση είναι άκυρη δεν συνεπάγεται αυτομάτως την ακυρότητα της ρήτρας διαιτησίας.
  2. Ο ισχυρισμός ότι το διαιτητικό δικαστήριο δεν έχει δικαιοδοσία πρέπει να προβάλλεται το αργότερο στο υπόμνημα αντίκρουσης ή, όσον αφορά ανταπαίτηση ή αξίωση με σκοπό τον συμψηφισμό, στην απάντηση στην ανταπαίτηση ή στην αξίωση με σκοπό τον συμψηφισμό. Ο διάδικος δεν αποκλείεται από την προβολή του εν λόγω ισχυρισμού από το γεγονός ότι έχει διορίσει ή συμμετείχε στον διορισμό διαιτητή. Ο ισχυρισμός ότι το διαιτητικό δικαστήριο υπερβαίνει το πεδίο των αρμοδιοτήτων του προβάλλεται αμέσως μόλις το θέμα που φέρεται να υπερβαίνει το πεδίο των αρμοδιοτήτων του τεθεί κατά τη διάρκεια της διαιτητικής διαδικασίας. Το διαιτητικό δικαστήριο μπορεί, σε κάθε περίπτωση, να δεχθεί μεταγενέστερο ισχυρισμό, εάν κρίνει δικαιολογημένη την καθυστέρηση.
  3. Το διαιτητικό δικαστήριο μπορεί να αποφανθεί επί του ισχυρισμού που αναφέρεται στην παράγραφο 2 είτε ως προδικαστικό ερώτημα είτε με απόφαση επί της ουσίας. Το διαιτητικό δικαστήριο μπορεί να συνεχίσει τη διαιτητική διαδικασία και να εκδώσει απόφαση, παρά την εκκρεμή αμφισβήτηση της δικαιοδοσίας του ενώπιον δικαστηρίου.

Περαιτέρω γραπτές δηλώσεις

Άρθρο 24

Το διαιτητικό δικαστήριο αποφασίζει ποιες περαιτέρω γραπτές δηλώσεις, πέραν της αγωγής και της αντίκρουσης, απαιτούνται από τα μέρη ή μπορούν να υποβληθούν από αυτά και καθορίζει τις προθεσμίες για την κοινοποίηση των δηλώσεων αυτών.

Προθεσμίες

Άρθρο 25

Οι προθεσμίες που ορίζονται από το διαιτητικό δικαστήριο για την κοινοποίηση των γραπτών δηλώσεων (συμπεριλαμβανομένης της αγωγής και της αντίκρουσης) δεν πρέπει να υπερβαίνουν τις 45 ημέρες. Ωστόσο, το διαιτητικό δικαστήριο μπορεί να παρατείνει τις προθεσμίες εάν κρίνει ότι η παράταση είναι δικαιολογημένη.

Προσωρινά μέτρα

Άρθρο 26

  1. Το διαιτητικό δικαστήριο μπορεί, κατόπιν αιτήσεως διαδίκου, να χορηγήσει προσωρινά μέτρα.
  2. Προσωρινό μέτρο είναι κάθε προσωρινό μέτρο με το οποίο, οποτεδήποτε πριν από την έκδοση της απόφασης με την οποία αποφασίζεται οριστικά η διαφορά, το διαιτητικό δικαστήριο διατάσσει ένα μέρος, για παράδειγμα και χωρίς περιορισμό, να
    • (α) Να διατηρήσει ή να αποκαταστήσει το status quo εν αναμονή της εκδίκασης της διαφοράς,
    • (β) Να προβεί σε ενέργειες που θα αποτρέψουν, ή να απόσχει από ενέργειες που ενδέχεται να προκαλέσουν,
      • (i) τρέχουσα ή επικείμενη βλάβη ή
      • (ii) βλάβη στην ίδια τη διαιτητική διαδικασία,
    • (γ) να παράσχει ένα μέσο διατήρησης περιουσιακών στοιχείων από τα οποία μπορεί να ικανοποιηθεί μεταγενέστερη απόφαση- ή
    • (δ) Διατήρηση αποδεικτικών στοιχείων που ενδέχεται να είναι σχετικά και ουσιώδη για την επίλυση της διαφοράς.
  3. Ο διάδικος που ζητεί προσωρινό μέτρο σύμφωνα με τις παραγράφους 2 (α) έως (γ) πρέπει να ικανοποιεί το διαιτητικό δικαστήριο ότι:
    • (α) βλάβη που δεν μπορεί να αποκατασταθεί επαρκώς με επιδίκαση αποζημίωσης είναι πιθανό να προκύψει εάν δεν διαταχθεί το μέτρο, και η βλάβη αυτή αντισταθμίζει σημαντικά τη βλάβη που είναι πιθανό να προκύψει για το μέρος κατά του οποίου στρέφεται το μέτρο εάν το μέτρο χορηγηθεί- και
    • (β) υπάρχει εύλογη πιθανότητα ο αιτών διάδικος να επιτύχει επί της ουσίας του αιτήματος. Ο προσδιορισμός αυτής της δυνατότητας δεν επηρεάζει τη διακριτική ευχέρεια του διαιτητικού δικαστηρίου κατά τη λήψη οποιουδήποτε μεταγενέστερου προσδιορισμού.
  4. Όσον αφορά αίτηση για προσωρινό μέτρο σύμφωνα με την παράγραφο 2 στοιχείο δ), οι απαιτήσεις των παραγράφων 3 στοιχεία α) και β) εφαρμόζονται μόνο στο βαθμό που το διαιτητικό δικαστήριο κρίνει σκόπιμο.
  5. Το διαιτητικό δικαστήριο μπορεί να τροποποιήσει, να αναστείλει ή να τερματίσει ένα προσωρινό μέτρο που έχει χορηγήσει, κατόπιν αιτήσεως οποιουδήποτε διαδίκου ή, σε εξαιρετικές περιστάσεις και κατόπιν προηγούμενης ειδοποίησης των διαδίκων, με πρωτοβουλία του διαιτητικού δικαστηρίου.
  6. Το διαιτητικό δικαστήριο μπορεί να απαιτήσει από τον διάδικο που ζητεί προσωρινό μέτρο να παράσχει την κατάλληλη εγγύηση σε σχέση με το μέτρο.
  7. Το διαιτητικό δικαστήριο μπορεί να απαιτήσει από κάθε διάδικο να αποκαλύψει αμέσως κάθε ουσιώδη μεταβολή των περιστάσεων βάσει των οποίων ζητήθηκε ή χορηγήθηκε το προσωρινό μέτρο.
  8. Ο διάδικος που ζητεί προσωρινό μέτρο μπορεί να ευθύνεται για τυχόν έξοδα και ζημίες που προκαλούνται από το μέτρο σε οποιονδήποτε διάδικο, εάν το διαιτητικό δικαστήριο διαπιστώσει αργότερα ότι, υπό τις συνθήκες που επικρατούσαν τότε, το μέτρο δεν έπρεπε να είχε χορηγηθεί. Το διαιτητικό δικαστήριο μπορεί να επιδικάσει τα εν λόγω έξοδα και αποζημιώσεις σε οποιοδήποτε σημείο της διαδικασίας.
  9. Η αίτηση ασφαλιστικών μέτρων που απευθύνεται από οποιονδήποτε διάδικο σε δικαστική αρχή δεν θεωρείται ασυμβίβαστη με τη συμφωνία διαιτησίας ή ως παραίτηση από τη συμφωνία αυτή.

Αποδεικτικά στοιχεία

Άρθρο 27

  1. Κάθε διάδικος φέρει το βάρος της απόδειξης των πραγματικών περιστατικών που επικαλείται για να υποστηρίξει την αξίωση ή την υπεράσπισή του.
  2. Οι μάρτυρες, συμπεριλαμβανομένων των πραγματογνωμόνων, οι οποίοι παρουσιάζονται από τα μέρη για να καταθέσουν στο διαιτητικό δικαστήριο για οποιοδήποτε ζήτημα πραγματικών περιστατικών ή εμπειρογνωμοσύνης, μπορούν να είναι οποιοδήποτε φυσικό πρόσωπο, ανεξάρτητα από το αν το φυσικό πρόσωπο είναι διάδικος στη διαιτησία ή με οποιονδήποτε τρόπο συνδεδεμένο με διάδικο. Εκτός εάν το διαιτητικό δικαστήριο ορίζει διαφορετικά, οι καταθέσεις των μαρτύρων, συμπεριλαμβανομένων των πραγματογνωμόνων, μπορούν να υποβάλλονται γραπτώς και να υπογράφονται από αυτούς.
  3. Ανά πάσα στιγμή κατά τη διάρκεια της διαιτητικής διαδικασίας το διαιτητικό δικαστήριο μπορεί να ζητήσει από τα μέρη να προσκομίσουν έγγραφα, εκθέματα ή άλλα αποδεικτικά στοιχεία εντός προθεσμίας που θα καθορίσει το διαιτητικό δικαστήριο.
  4. Το διαιτητικό δικαστήριο καθορίζει το παραδεκτό, τη συνάφεια, την ουσιαστικότητα και τη βαρύτητα των προσφερόμενων αποδεικτικών στοιχείων.

Ακροάσεις

Άρθρο 28

  1. Σε περίπτωση προφορικής ακρόασης, το διαιτητικό δικαστήριο ενημερώνει τα μέρη εγκαίρως για την ημερομηνία, την ώρα και τον τόπο της ακρόασης.
  2. Οι μάρτυρες, συμπεριλαμβανομένων των πραγματογνωμόνων, μπορούν να ακουστούν υπό τους όρους και να εξεταστούν με τον τρόπο που ορίζει το διαιτητικό δικαστήριο.
  3. Οι ακροάσεις διεξάγονται κεκλεισμένων των θυρών, εκτός εάν τα μέρη συμφωνήσουν διαφορετικά. 4. Το διαιτητικό δικαστήριο μπορεί να ζητήσει την αποχώρηση οποιουδήποτε μάρτυρα ή μαρτύρων, συμπεριλαμβανομένων των πραγματογνωμόνων, κατά τη διάρκεια της κατάθεσης των άλλων μαρτύρων, με την εξαίρεση ότι ένας μάρτυρας, συμπεριλαμβανομένου του πραγματογνώμονα, ο οποίος είναι διάδικος στη διαιτησία δεν καλείται, κατ' αρχήν, να αποχωρήσει.
  4. Το διαιτητικό δικαστήριο μπορεί να διατάξει να εξετάζονται οι μάρτυρες, συμπεριλαμβανομένων των πραγματογνωμόνων, με μέσα τηλεπικοινωνίας που δεν απαιτούν τη φυσική τους παρουσία στην ακρόαση (όπως η τηλεδιάσκεψη).

Οι εμπειρογνώμονες που διορίζονται από το διαιτητικό δικαστήριο

Άρθρο 29

  1. Μετά από διαβούλευση με τα μέρη, το διαιτητικό δικαστήριο μπορεί να διορίσει έναν ή περισσότερους ανεξάρτητους εμπειρογνώμονες για να του υποβάλουν γραπτή έκθεση για συγκεκριμένα θέματα που θα καθοριστούν από το διαιτητικό δικαστήριο. Αντίγραφο της εντολής του εμπειρογνώμονα, που καθορίζεται από το διαιτητικό δικαστήριο, κοινοποιείται στα μέρη.
  2. Ο εμπειρογνώμονας υποβάλλει, κατ' αρχήν πριν αποδεχθεί το διορισμό του, στο διαιτητικό δικαστήριο και στα μέρη περιγραφή των προσόντων του και δήλωση της αμεροληψίας και της ανεξαρτησίας του. Εντός της προθεσμίας που ορίζει το διαιτητικό δικαστήριο, τα μέρη ενημερώνουν το διαιτητικό δικαστήριο εάν έχουν αντιρρήσεις ως προς τα προσόντα, την αμεροληψία ή την ανεξαρτησία του εμπειρογνώμονα. Το διαιτητικό δικαστήριο αποφασίζει αμέσως αν θα δεχθεί τις ενστάσεις αυτές. Μετά το διορισμό του εμπειρογνώμονα, ένας διάδικος μπορεί να υποβάλει ένσταση κατά των προσόντων, της αμεροληψίας ή της ανεξαρτησίας του εμπειρογνώμονα μόνο εάν η ένσταση αφορά λόγους τους οποίους ο διάδικος αντιλαμβάνεται μετά το διορισμό. Το διαιτητικό δικαστήριο αποφασίζει αμέσως ποια μέτρα πρέπει να λάβει, αν λάβει, εάν λάβει.
  3. Τα μέρη παρέχουν στον εμπειρογνώμονα κάθε σχετική πληροφορία ή προσκομίζουν για την επιθεώρησή του κάθε σχετικό έγγραφο ή αγαθό που μπορεί να ζητήσει από αυτά. Οποιαδήποτε διαφωνία μεταξύ ενός μέρους και του εν λόγω εμπειρογνώμονα σχετικά με τη συνάφεια των απαιτούμενων πληροφοριών ή της προσκόμισης παραπέμπεται στο διαιτητικό δικαστήριο για απόφαση.
  4. Μετά την παραλαβή της έκθεσης του εμπειρογνώμονα, το διαιτητικό δικαστήριο κοινοποιεί αντίγραφο της έκθεσης στα μέρη, στα οποία δίνεται η δυνατότητα να εκφράσουν γραπτώς τη γνώμη τους επί της έκθεσης. Ο διάδικος δικαιούται να εξετάσει κάθε έγγραφο στο οποίο ο εμπειρογνώμονας έχει βασιστεί στην έκθεσή του.
  5. Κατόπιν αιτήσεως οποιουδήποτε διαδίκου, ο πραγματογνώμονας, μετά την παράδοση της έκθεσης, μπορεί να ακουστεί σε ακρόαση, όπου οι διάδικοι έχουν την ευκαιρία να παρίστανται και να ανακρίνουν τον πραγματογνώμονα. Κατά την ακρόαση αυτή, οποιοσδήποτε διάδικος μπορεί να παρουσιάσει μάρτυρες εμπειρογνώμονες προκειμένου να καταθέσουν επί των επίμαχων σημείων. Οι διατάξεις του άρθρου 28 εφαρμόζονται στη διαδικασία αυτή.

Default

Άρθρο 30

  1. Εάν, εντός της προθεσμίας που ορίζεται από τον παρόντα κανονισμό ή το διαιτητικό δικαστήριο, χωρίς να αποδειχθεί επαρκής λόγος:
    • (α) Ο ενάγων δεν έχει κοινοποιήσει το δικόγραφο της αγωγής του, το διαιτητικό δικαστήριο εκδίδει διαταγή για τη λήξη της διαιτητικής διαδικασίας, εκτός εάν απομένουν 22 θέματα που ενδεχομένως πρέπει να αποφασιστούν και το διαιτητικό δικαστήριο κρίνει σκόπιμο να το πράξει,
    • (β) Ο εναγόμενος παρέλειψε να κοινοποιήσει την απάντησή του στην ειδοποίηση διαιτησίας ή το υπόμνημα υπεράσπισής του, το διαιτητικό δικαστήριο διατάσσει τη συνέχιση της διαδικασίας, χωρίς να θεωρεί την παράλειψη αυτή καθαυτή ως παραδοχή των ισχυρισμών του ενάγοντος- οι διατάξεις του παρόντος εδαφίου εφαρμόζονται επίσης στην παράλειψη του ενάγοντος να υποβάλει υπεράσπιση σε ανταπαίτηση ή σε απαίτηση για σκοπούς συμψηφισμού.
  2. Εάν ένας διάδικος, που έχει ειδοποιηθεί δεόντως σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό, δεν εμφανιστεί σε ακρόαση, χωρίς να αποδείξει επαρκή λόγο για την παράλειψη αυτή, το διαιτητικό δικαστήριο μπορεί να συνεχίσει τη διαιτησία.
  3. Εάν ένα μέρος, που καλείται δεόντως από το διαιτητικό δικαστήριο να προσκομίσει έγγραφα, εκθέματα ή άλλα αποδεικτικά στοιχεία, δεν το πράξει εντός της καθορισμένης προθεσμίας, χωρίς να αποδείξει επαρκή λόγο για την παράλειψη αυτή, το διαιτητικό δικαστήριο μπορεί να εκδώσει την απόφαση με βάση τα αποδεικτικά στοιχεία που έχει ενώπιον του.

Κλείσιμο των ακροάσεων

Άρθρο 31

  1. Το διαιτητικό δικαστήριο μπορεί να ρωτήσει τους διαδίκους αν έχουν να προσκομίσουν περαιτέρω αποδείξεις ή μάρτυρες να ακούσουν ή να υποβάλουν προτάσεις και, αν δεν υπάρχουν, μπορεί να κηρύξει τη λήξη των ακροάσεων.
  2. Το διαιτητικό δικαστήριο μπορεί, αν το κρίνει αναγκαίο λόγω εξαιρετικών περιστάσεων, να αποφασίσει, με δική του πρωτοβουλία ή κατόπιν αιτήσεως διαδίκου, να ξανανοίξει τις ακροάσεις οποτεδήποτε πριν από την έκδοση της απόφασης.

Παραίτηση από το δικαίωμα ένστασης

Άρθρο 32

Η παράλειψη οποιουδήποτε μέρους να προβάλει αμέσως αντιρρήσεις για οποιαδήποτε μη συμμόρφωση με τους παρόντες κανόνες ή με οποιαδήποτε απαίτηση της συμφωνίας διαιτησίας θεωρείται παραίτηση του εν λόγω μέρους από το δικαίωμα να προβάλει τέτοιες αντιρρήσεις, εκτός εάν το εν λόγω μέρος μπορεί να αποδείξει ότι, υπό τις περιστάσεις, η παράλειψή του να προβάλει αντιρρήσεις ήταν δικαιολογημένη.

Τμήμα IV.

Η κατακύρωση Αποφάσεις

Άρθρο 33

  1. Όταν υπάρχουν περισσότεροι του ενός διαιτητές, κάθε απόφαση ή άλλη απόφαση του διαιτητικού δικαστηρίου λαμβάνεται με πλειοψηφία των διαιτητών.
  2. Σε περίπτωση διαδικαστικών ζητημάτων, όταν δεν υπάρχει πλειοψηφία ή όταν το διαιτητικό δικαστήριο το επιτρέπει, ο προεδρεύων διαιτητής μπορεί να αποφασίσει μόνος του, με την επιφύλαξη της αναθεώρησης, εάν υπάρχει, από το διαιτητικό δικαστήριο.

Μορφή και αποτελέσματα της απόφασης

Άρθρο 34

  1. Το διαιτητικό δικαστήριο μπορεί να εκδίδει χωριστές αποφάσεις για διαφορετικά θέματα σε διαφορετικούς χρόνους.
  2. Όλες οι αποφάσεις εκδίδονται εγγράφως και είναι οριστικές και δεσμευτικές για τα μέρη. Τα μέρη εκτελούν όλες τις αποφάσεις χωρίς καθυστέρηση.
  3. Το διαιτητικό δικαστήριο αναφέρει τους λόγους στους οποίους βασίζεται η απόφαση, εκτός εάν τα μέρη έχουν συμφωνήσει ότι δεν πρέπει να δοθεί αιτιολογία.
  4. Η απόφαση υπογράφεται από τους διαιτητές και περιέχει την ημερομηνία κατά την οποία εκδόθηκε η απόφαση και αναφέρει τον τόπο της διαιτησίας. Όταν υπάρχουν περισσότεροι του ενός διαιτητές και κάποιος από αυτούς δεν υπογράφει, η απόφαση αναφέρει τον λόγο της απουσίας της υπογραφής.
  5. Η διαιτητική απόφαση μπορεί να δημοσιοποιηθεί με τη συγκατάθεση όλων των μερών ή όταν και στο βαθμό που η δημοσιοποίηση απαιτείται από ένα μέρος λόγω νομικής υποχρέωσης, για την προστασία ή την άσκηση νομικού δικαιώματος ή σε σχέση με δικαστική διαδικασία ενώπιον δικαστηρίου ή άλλης αρμόδιας αρχής.
  6. Αντίγραφα της απόφασης που υπογράφεται από τους διαιτητές κοινοποιούνται στα μέρη από το διαιτητικό δικαστήριο.

Εφαρμοστέο δίκαιο, amiable compositeur

Άρθρο 35

  1. Το διαιτητικό δικαστήριο εφαρμόζει τους κανόνες δικαίου που ορίζουν τα μέρη ως εφαρμοστέους στην ουσία της διαφοράς. Ελλείψει τέτοιου προσδιορισμού από τα μέρη, το διαιτητικό δικαστήριο εφαρμόζει το δίκαιο που το ίδιο κρίνει κατάλληλο.
  2. Το διαιτητικό δικαστήριο αποφασίζει ως amiable compositeur ή ex aequo et bono μόνο εάν τα μέρη έχουν εξουσιοδοτήσει ρητά το διαιτητικό δικαστήριο να το πράξει.
  3. Σε όλες τις περιπτώσεις, το διαιτητικό δικαστήριο αποφασίζει σύμφωνα με τους όρους της σύμβασης, εάν υπάρχουν, και λαμβάνει υπόψη τυχόν συναλλακτική συνήθεια που εφαρμόζεται στη συναλλαγή.

Διακανονισμός ή άλλοι λόγοι καταγγελίας

Άρθρο 36

  1. Εάν, πριν από την έκδοση της απόφασης, τα μέρη συμφωνήσουν σε διακανονισμό της διαφοράς, το διαιτητικό δικαστήριο είτε εκδίδει διαταγή για τον τερματισμό της διαιτητικής διαδικασίας είτε, εάν ζητηθεί από τα μέρη και γίνει δεκτή από το διαιτητικό δικαστήριο, καταγράφει τον διακανονισμό με τη μορφή διαιτητικής απόφασης υπό συμφωνημένους όρους. Το διαιτητικό δικαστήριο δεν υποχρεούται να αιτιολογήσει την εν λόγω απόφαση.
  2. Εάν, πριν από την έκδοση της διαιτητικής απόφασης, η συνέχιση της διαιτητικής διαδικασίας καθίσταται περιττή ή αδύνατη για οποιονδήποτε λόγο που δεν αναφέρεται στην παράγραφο 1, το διαιτητικό δικαστήριο ενημερώνει τα μέρη για την πρόθεσή του να εκδώσει απόφαση για τη λήξη της διαδικασίας. Το διαιτητικό δικαστήριο έχει την εξουσία να εκδώσει μια τέτοια διαταγή, εκτός εάν υπάρχουν εναπομείναντα θέματα που ενδεχομένως πρέπει να αποφασιστούν και το διαιτητικό δικαστήριο κρίνει σκόπιμο να το πράξει.
  3. Αντίγραφα της διαταγής για τη λήξη της διαιτητικής διαδικασίας ή της διαιτητικής απόφασης με τους συμφωνηθέντες όρους, υπογεγραμμένα από τους διαιτητές, κοινοποιούνται από το διαιτητικό δικαστήριο στα μέρη. Όταν εκδίδεται διαιτητική απόφαση με συμφωνημένους όρους, εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 34 παράγραφοι 2, 4 και 5.

Ερμηνεία της απόφασης

Άρθρο 37

  1. Εντός 30 ημερών από την παραλαβή της απόφασης, ένα μέρος, με κοινοποίηση στα άλλα μέρη, μπορεί να ζητήσει από το διαιτητικό δικαστήριο να δώσει ερμηνεία της απόφασης.
  2. Η ερμηνεία δίδεται εγγράφως εντός 45 ημερών από την παραλαβή του αιτήματος. Η ερμηνεία αποτελεί μέρος της απόφασης και εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 34 παράγραφοι 2 έως 6. Διόρθωση της απόφασης Άρθρο 38
  3. Εντός 30 ημερών από την παραλαβή της απόφασης, ένα μέρος, με κοινοποίηση στα άλλα μέρη, μπορεί να ζητήσει από το διαιτητικό δικαστήριο να διορθώσει στην απόφαση οποιοδήποτε σφάλμα στον υπολογισμό, οποιοδήποτε γραφικό ή τυπογραφικό λάθος ή οποιοδήποτε σφάλμα ή παράλειψη παρόμοιας φύσης. Εάν το διαιτητικό δικαστήριο κρίνει ότι το αίτημα είναι δικαιολογημένο, προβαίνει στη διόρθωση εντός 45 ημερών από την παραλαβή του αιτήματος.
  4. Το διαιτητικό δικαστήριο μπορεί εντός 30 ημερών από την κοινοποίηση της απόφασης να προβεί σε τέτοιες διορθώσεις με δική του πρωτοβουλία.
  5. Οι διορθώσεις αυτές γίνονται εγγράφως και αποτελούν μέρος της απόφασης. Εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 34 παράγραφοι 2 έως 6.

Πρόσθετη ανάθεση

Άρθρο 39

  1. Εντός 30 ημερών από την παραλαβή της εντολής τερματισμού ή της απόφασης, ένα μέρος, με ειδοποίηση προς τα άλλα μέρη, μπορεί να ζητήσει από το διαιτητικό δικαστήριο να προβεί σε ανάθεση ή πρόσθετη ανάθεση ως προς τις αξιώσεις που υποβλήθηκαν κατά τη διαιτητική διαδικασία αλλά δεν αποφασίστηκαν από το διαιτητικό δικαστήριο.
  2. Εάν το διαιτητικό δικαστήριο κρίνει δικαιολογημένο το αίτημα για την έκδοση απόφασης ή συμπληρωματικής απόφασης, εκδίδει ή συμπληρώνει την απόφασή του εντός 60 ημερών από την παραλαβή του αιτήματος. Το διαιτητικό δικαστήριο μπορεί να παρατείνει, εάν είναι αναγκαίο, την προθεσμία εντός της οποίας θα προβεί στην έκδοση της απόφασης.
  3. Όταν εκδίδεται μια τέτοια απόφαση ή συμπληρωματική απόφαση, εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 34, παράγραφοι 2 έως 6.

Ορισμός των εξόδων

Άρθρο 40

  1. Το διαιτητικό δικαστήριο καθορίζει τα έξοδα της διαιτησίας στην τελική απόφαση και, αν το κρίνει σκόπιμο, σε άλλη απόφαση.
  2. Ο όρος "έξοδα" περιλαμβάνει μόνο:
    • (α) Την αμοιβή του διαιτητικού δικαστηρίου που πρέπει να αναφέρεται χωριστά ως προς κάθε διαιτητή και να καθορίζεται από το ίδιο το δικαστήριο σύμφωνα με το άρθρο 41,
    • (β) Τα εύλογα έξοδα ταξιδιού και άλλα έξοδα στα οποία υποβάλλονται οι διαιτητές,
    • (γ) Τα εύλογα έξοδα συμβουλών εμπειρογνωμόνων και άλλης συνδρομής που απαιτούνται από το διαιτητικό δικαστήριο,
    • (δ) Τα εύλογα έξοδα ταξιδιού και άλλα έξοδα των μαρτύρων στο βαθμό που τα έξοδα αυτά εγκρίνονται από το διαιτητικό δικαστήριο,
    • (ε) Τα νομικά και άλλα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν τα μέρη σε σχέση με τη διαιτησία στο βαθμό που το διαιτητικό δικαστήριο κρίνει ότι το ποσό των εξόδων αυτών είναι εύλογο,
    • (στ) Τυχόν αμοιβές και έξοδα της αρμόδιας για τους διορισμούς αρχής, καθώς και οι αμοιβές και τα έξοδα του Γενικού Γραμματέα του ΣΕΣ.
  3. Σε σχέση με την ερμηνεία, τη διόρθωση ή τη συμπλήρωση οποιασδήποτε απόφασης σύμφωνα με τα άρθρα 37 έως 39, το διαιτητικό δικαστήριο μπορεί να χρεώσει τα έξοδα που αναφέρονται στις παραγράφους 2 (β) έως (στ), αλλά όχι πρόσθετα τέλη.

Αμοιβές και έξοδα διαιτητών

Άρθρο 41

  1. Οι αμοιβές και τα έξοδα των διαιτητών είναι εύλογα ως προς το ύψος τους, λαμβανομένων υπόψη του ποσού της διαφοράς, της πολυπλοκότητας του αντικειμένου, του χρόνου που δαπανήθηκε από τους διαιτητές και κάθε άλλης σχετικής περίστασης της υπόθεσης.
  2. Εάν υπάρχει αρμόδια για τους διορισμούς αρχή και εφαρμόζει ή έχει δηλώσει ότι θα εφαρμόσει πίνακα ή συγκεκριμένη μέθοδο για τον καθορισμό των αμοιβών των διαιτητών σε διεθνείς υποθέσεις, το διαιτητικό δικαστήριο κατά τον καθορισμό των αμοιβών του λαμβάνει υπόψη τον εν λόγω πίνακα ή μέθοδο στο βαθμό που κρίνει σκόπιμο υπό τις περιστάσεις της υπόθεσης.
  3. Αμέσως μετά τη σύστασή του, το διαιτητικό δικαστήριο ενημερώνει τα μέρη σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο προτίθεται να καθορίσει τις αμοιβές και τα έξοδά του, συμπεριλαμβανομένων τυχόν συντελεστών που προτίθεται να εφαρμόσει. Εντός 15 ημερών από την παραλαβή της εν λόγω πρότασης, οποιοσδήποτε διάδικος μπορεί να παραπέμψει την πρόταση στην αρμόδια για τους διορισμούς αρχή για επανεξέταση. Εάν, εντός 45 ημερών από την παραλαβή της εν λόγω παραπομπής, η αρμόδια για τους διορισμούς αρχή διαπιστώσει ότι η πρόταση του διαιτητικού δικαστηρίου δεν συνάδει με την παράγραφο 1, προβαίνει στις αναγκαίες προσαρμογές, οι οποίες είναι δεσμευτικές για το διαιτητικό δικαστήριο.
    • (α) Κατά την ενημέρωση των μερών σχετικά με τις αμοιβές και τα έξοδα των διαιτητών που έχουν καθοριστεί σύμφωνα με το άρθρο 40 παράγραφος 2 στοιχεία α) και β), το διαιτητικό δικαστήριο εξηγεί επίσης τον τρόπο με τον οποίο υπολογίστηκαν τα αντίστοιχα ποσά,
    • (β) Εντός 15 ημερών από την παραλαβή του καθορισμού των αμοιβών και εξόδων από το διαιτητικό δικαστήριο, κάθε μέρος μπορεί να παραπέμψει για επανεξέταση τον εν λόγω καθορισμό στην αρμόδια για τους διορισμούς αρχή. Εάν δεν έχει συμφωνηθεί ή οριστεί αρμόδια για τους διορισμούς αρχή ή εάν η αρμόδια για τους διορισμούς αρχή δεν ενεργήσει εντός της προθεσμίας που ορίζεται στους παρόντες κανόνες, τότε η επανεξέταση γίνεται από τον Γενικό Γραμματέα του ΠΣΔ,
    • γ) Εάν η αρμόδια για τους διορισμούς αρχή ή ο Γενικός Γραμματέας της PCA διαπιστώσει ότι ο προσδιορισμός του διαιτητικού δικαστηρίου δεν συνάδει με την πρόταση του διαιτητικού δικαστηρίου (και κάθε προσαρμογή σε αυτήν) σύμφωνα με την παράγραφο 3 ή είναι άλλως προδήλως υπερβολικός, προβαίνει, εντός 45 ημερών από την παραλαβή της εν λόγω παραπομπής, σε κάθε προσαρμογή του προσδιορισμού του διαιτητικού δικαστηρίου που είναι αναγκαία για την ικανοποίηση των κριτηρίων της παραγράφου 1. Οι προσαρμογές αυτές είναι δεσμευτικές για το διαιτητικό δικαστήριο,
    • δ) Οποιεσδήποτε τέτοιες προσαρμογές είτε περιλαμβάνονται από το διαιτητικό δικαστήριο στην απόφασή του είτε, εάν η απόφαση έχει ήδη εκδοθεί, εφαρμόζονται με διόρθωση της απόφασης, στην οποία εφαρμόζεται η διαδικασία του άρθρου 38 παράγραφος 3.
  4. Καθ' όλη τη διάρκεια της διαδικασίας σύμφωνα με τις παραγράφους 3 και 4, το διαιτητικό δικαστήριο συνεχίζει τη διαιτησία, σύμφωνα με το άρθρο 17, παράγραφος 1.
  5. Η παραπομπή σύμφωνα με την παράγραφο 4 δεν επηρεάζει κανέναν προσδιορισμό στην απόφαση, εκτός από την αμοιβή και τα έξοδα του διαιτητικού δικαστηρίου, ούτε καθυστερεί την αναγνώριση και εκτέλεση όλων των μερών της απόφασης, εκτός από εκείνα που αφορούν τον προσδιορισμό της αμοιβής και των εξόδων του διαιτητικού δικαστηρίου.

Κατανομή των εξόδων

Άρθρο 42

  1. Τα έξοδα της διαιτησίας βαρύνουν κατ' αρχήν τον ηττηθέντα διάδικο ή τους ηττηθέντες διαδίκους. Ωστόσο, το διαιτητικό δικαστήριο μπορεί να επιμερίσει κάθε τέτοιο κόστος μεταξύ των διαδίκων, εάν κρίνει ότι ο επιμερισμός είναι εύλογος, λαμβάνοντας υπόψη τις περιστάσεις της υπόθεσης.
  2. Το διαιτητικό δικαστήριο καθορίζει στην τελική απόφαση ή, αν το κρίνει σκόπιμο, σε οποιαδήποτε άλλη απόφαση, κάθε ποσό που ένας διάδικος μπορεί να πρέπει να καταβάλει σε άλλον διάδικο ως αποτέλεσμα της απόφασης για την κατανομή των εξόδων.

Κατάθεση των εξόδων

Άρθρο 43

  1. Το διαιτητικό δικαστήριο, κατά τη σύστασή του, μπορεί να ζητήσει από τους διαδίκους να καταθέσουν ισόποσο ποσό ως προκαταβολή για τα έξοδα που αναφέρονται στο άρθρο 40, παράγραφοι 2 (α) έως (γ).
  2. Κατά τη διάρκεια της διαιτητικής διαδικασίας το διαιτητικό δικαστήριο μπορεί να ζητήσει συμπληρωματικές καταθέσεις από τους διαδίκους.
  3. Εάν έχει συμφωνηθεί ή οριστεί διοριστική αρχή, και όταν ένας διάδικος το ζητά και η διοριστική αρχή συναινεί στην εκτέλεση του καθήκοντος, το διαιτητικό δικαστήριο καθορίζει τα ποσά των καταθέσεων ή των συμπληρωματικών καταθέσεων μόνο μετά από διαβούλευση με την διοριστική αρχή, η οποία μπορεί να διατυπώσει προς το διαιτητικό δικαστήριο οποιεσδήποτε παρατηρήσεις που κρίνει σκόπιμες σχετικά με το ύψος των εν λόγω καταθέσεων και των συμπληρωματικών καταθέσεων.
  4. Εάν οι απαιτούμενες καταθέσεις δεν καταβληθούν στο σύνολό τους εντός 30 ημερών από την παραλαβή της αίτησης, το διαιτητικό δικαστήριο ενημερώνει σχετικά τα μέρη προκειμένου ένα ή περισσότερα από αυτά να προβούν στην απαιτούμενη καταβολή. Εάν δεν καταβληθεί η εν λόγω πληρωμή, το διαιτητικό δικαστήριο μπορεί να διατάξει την αναστολή ή τον τερματισμό της διαιτητικής διαδικασίας.
  5. Αφού εκδοθεί εντολή τερματισμού ή οριστική απόφαση, το διαιτητικό δικαστήριο αποδίδει λογαριασμό στα μέρη για τις προκαταβολές που έλαβε και επιστρέφει στα μέρη τυχόν αδιάθετο υπόλοιπο.